Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2014

ΣΧΟΛΙΚΗ ΦΟΒΙΑ



Η Σχολική φοβία

ΕΠΙΜΈΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Δρ Ζωή Καραμπατζάκη

Η φοβία είναι ένας έντονος παράλογος φόβος, που συνήθως στρέφεται προς κάποιο συγκεκριμένο ερέθισμα ή κατάσταση στο περιβάλλον. Έτσι, όταν λέμε ότι ένα παιδί έχει «σχολική φοβία», εννοούμε κάποιον έντονο παράλογο φόβο σχετικά με κάποιες πτυχές της σχολικής ζωής και όχι μια προσωρινή άρνηση του παιδιού να πάει στο σχολείο.
Η σχολική φοβία εκδηλώνεται με ποικίλους τρόπους. Το παιδί δείχνει απροθυμία ή διστακτικότητα να πάει στο σχολείο, ενώ άλλοτε αρνείται κατηγορηματικά να πάει στο σχολείο. Άλλοτε την ώρα που πρέπει να φύγει για το σχολείο παρουσιάζει συμπτώματα αντικοινωνικής συμπεριφοράς, όπως εκρήξεις θυμού, επιθετικότητα, υπερκινητικότητα, άρνηση να δεχθεί φαγητό, ιδιοτροπίες στο φαγητό. Άλλοτε παρουσιάζει ψυχοσωματικές διαταραχές, όπως εμετούς, πονοκεφάλους, κοιλόπονους, διάρροια, ενούρηση, εγκόπριση, νυκτερινούς εφιάλτες κ.α. Σε άλλες περιπτώσεις το παιδί, παράλληλα προς τα ψυχοσωματικά συμπτώματα, προβάλλει διάφορες αιτιάσεις κατά του σχολείου, όπως π.χ. ότι ο δάσκαλος είναι κακός και άδικος, ότι τα μαθήματα είναι ανιαρά και δύσκολα, ότι οι συμμαθητές του τον απειλούν, τον δέρνουν ή τον περιφρονούν.
Η σχολική φοβία μπορεί να εκδηλωθεί σε οποιοδήποτε σημείο της σχολικής φοίτησης, ακόμα και στο Λύκειο. Πιο συχνά εμφανίζεται στη Β΄ Δημοτικού και είναι συχνότερη στα κορίτσια.
Από την πλευρά της αιτιολογίας, η σχολική φοβία θεωρείται ως μια οξεία εκδήλωση ενός μόνιμου άγχους αποχωρισμού. Το άγχος του παιδιού που απομακρύνεται από το σπίτι του μετατοπίζεται από την πραγματική του πηγή (απομάκρυνση από το σπίτι) σε ένα ερέθισμα (το σχολείο) που μέχρι χθες ήταν ουδέτερο. Το παιδί αφήνει τη σιγουριά και τα χάδια του σπιτιού του για να αντιμετωπίσει ένα άγνωστο περιβάλλον. Η υπερπροστασία της μητέρας και η υπερβολική προσκόλληση στο παιδί της κρατάει το παιδί συναισθηματικά δέσμιο και αυξάνει το άγχος του παιδιού το οποίο αντιδρά με άρνηση να πάει στο σχολείο. Ενώ όταν συνυπάρξουν και δυσμενείς συνθήκες στο σχολείο (π.χ. αυταρχικός δάσκαλος, πολυπληθείς τάξεις, αποτυχία στα μαθήματα οι παλικαράδες της τάξης, τα πειράγματα κ.τ.λ.) μπορεί να μεγαλώνουν το πρόβλημα.
Η σχολική φοβία είναι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα που η θεραπευτική του αντιμετώπιση δεν περιλαμβάνει μόνο το παιδί αλλά επεκτείνεται και σε άλλα πρόσωπα και καταστάσεις του άμεσου ή έμμεσου περιβάλλοντος του παιδιού.
Τι μπορεί να κάνει ο εκπαιδευτικός για να βοηθήσει τα παιδιά:
Πρόληψη
·         Διασφαλίζει πως όλα τα παιδιά παρακολουθούν και συμμετέχουν στην εκπαιδευτική διαδικασία
·         Δημιουργεί ευχάριστο κλίμα στην τάξη, όπου τα παιδιά νιώθουν σιγουριά και ασφάλεια
·         Δείχνει ευελιξία στις ανάγκες των παιδιών
·         Βοηθά τα παιδιά στην ανάπτυξη των κοινωνικών σχέσεων
Έγκαιρη αναγνώριση
  • Προσέχει και παρατηρεί το πώς νιώθει το παιδί στο σχολείο
  • Είναι σε θέση να καταλάβει ποιες απουσίες του παιδιού οφείλονται σε άγχος ή φοβία
  • Έχει τον νου του εξίσου σε όσα παιδιά δεν εκδηλώνουν άμεσα τα συναισθήματά τους
Πρώιμη παρέμβαση
Η επαφή με τους γονείς των παιδιών και η διεξοδική συζήτηση είναι απαραίτητες. Επίσης βοηθά:
·         Η ενθάρρυνση των γονέων να παρέμβουν ενεργητικά
·         Η δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης με τα παιδιά
·         Η ασφαλής υποδοχή του παιδιού στη σχολική τάξη και η σταθερότητα στην οριοθέτηση
·         Η στενή συνεργασία με το παιδί για να διαπιστώσει τι το ενοχλεί στο σχολείο
·         Η αυξημένη προσοχή για πιθανή θυματοποίηση του παιδιού από συνομηλίκους
·         Ο προγραμματισμός συγκεκριμένων στόχων και η ενίσχυση του παιδιού
·         Εγρήγορση μετά από περίοδο διακοπών
·         Η ενημέρωση στο σύλλογο διδασκόντων
·         Η ενθάρρυνση για τη συμμετοχή του παιδιού και τη βελτίωση των κοινωνικών του ικανοτήτων. Συχνά οι εκπαιδευτικοί αντιμετωπίζουν ένα δίλημμα κατά πόσο ή όχι το παιδί συμμετέχει. Εναλλακτική λύση στο δίλημμα αυτό είναι η συμμετοχή του παιδιού σε μικρές ομάδες ή η παρουσίαση εργασιών και η εξέτασή του από κοινού με ένα άλλο παιδί.
·         Η ευελιξία στη μάθηση, η αναγνώριση της προσπάθειας του παιδιού για συμμετοχή.
Ο εκπαιδευτικός μπορεί σταδιακά να μάθει στο παιδί να «αποχωρίζεται από και να συνδέεται» με τους γύρω του, έχοντας υπόψη του πως η αίσθηση της αυτόνομης ταυτότητας αναπτύσσεται στη βάση της συναισθηματικής μας σύνδεσης με τα σημαντικά για μας άτομα. ( Μπίμπου- Νάκου, Ι.,  2004).

Ενδεικτική Βιβλιογραφία 


American Psychiatric Association. (1994). Diagnostic and statistical manual of mental     disorders (4th ed.). Washington: DC APA.
Herbert, M. (1998). (Επιμ. Ι. Παρασκευόπουλος). Ψυχολογικά προβλήματα της παιδικής ηλικίας. Τ.α . Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Herbert, M. (1999). (Επιμ. Α. Καλαντζή- Αζίζι). Ψυχολογικά προβλήματα εφηβικής ηλικίας.  Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Αγγελοπούλου- Σακαντάμη, Ν. (1998). Ειδική Αγωγή- Βασικές Αρχές και Μέθοδοι. Θες/νίκη: Χριστοδουλίδη.
Μπεζεβέγκης, Η. (2002). Άγχος, αγχογόνες καταστάσεις και η αντιμετώπισή τους σε παιδιά και εφήβους. Στο: Ε. Βασιλάκη, Σ. Τριλίβα και Η. Μπεζεβέγκης (επιμ.). Το στρες, το άγχος και η αντιμετώπισή τους. (σς. 29-61). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.  
Μπίμπου- Νάκου, Ι. (2004). Το άγχος και η φοβία σε παιδιά. Στο:  Α. Καλαντζή- Αζίζι, Μ. Ζαφειροπούλου (επιμ.). Προσαρμογή στο σχολείο. Πρόληψη και αντιμετώπιση δυσκολιών. (σς 287- 327). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Μπουλουγούρης, Ι. (1992, 1986). Φοβίες. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Παρασκευόπουλος Ι. (1984). Εξελικτική Ψυχολογία . Τ.  3. Αθήνα.
 

Ame